|
Ομιλίες
01 Φεβ 14
Ὁ ῾ἄλλος᾽ στὴ διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν
Τὸ γάρ' ἄλλος'
οὐκ ἐπὶ τῶν ἀλλοτρίων, ἀλλ' ἐπὶ τῶν ὁμοουσίων οἶδα λεγόμενον [1]. Ὁ ἑορτασμὸς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἀπὸ μία μείζονα ἀκαδημαϊκὴ κοινότητα, ὅπως εἶναι τὸ Ἀριστοτέλειο Πανεπιστήμιο τῆς Θεσσαλονίκης ὑπερβαίνει τὰ στενὰ ὅρια τῆς συνέχισης μιᾶς ξηρᾶς παράδοσης, τὴν ὁποία ὀφείλουμε ἑκόντες ἄκοντες νὰ ἀκολουθοῦμε γιὰ λόγους συμβολικούς. Ἐὰν ἡ ἔρευνα καὶ ἡ ἀκαδημαϊκὴ δραστηριότητα ἔχει ὡς σκοπὸ τὴν ὑπηρεσία καὶ τὴ διακονία τοῦ ἀνθρώπου, τῆς κοινωνίας καὶ τῆς παγκόσμιας κοινότητας γενικότερα, συμβάλλοντας ὄχι μόνο στὴ βελτίωση τῶν συνθηκῶν διαβίωσης, ἀλλὰ θέτοντας καὶ τὰ φιλοσοφικά, θεολογικὰ καὶ πολιτισμικὰ θεμέλια τῆς εὐτυχίας καὶ τῆς προόδου του, τότε ἡ ἐπιλογὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν πόρρω ἀπέχει ἀπὸ τοῦ νὰ εἶναι συμβολική, ἐπειδὴ λαμβάνει ποιοτικὴ διάσταση. Ἡ συμβολὴ τῆς σκέψης τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν σὲ ποικίλα θέματα, εἶμαι βέβαιος ὅτι ἔχει ἐπαρκῶς καλυφθεῖ ἀπὸ συναδέλφους κατὰ τὰ παρελθόντα ἔτη. Ἐφέτος ἐπελέγη ἕνα θέμα, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ σημεῖο ἀντιλεγόμενο ὄχι μόνο στὸν κοινωνικό, ἀλλὰ καὶ στὸν πολιτικὸ καὶ ἐκκλησιαστικό χῶρο: ἡ ἑτερότητα, ἡ διαφορετικότητα, ἡ ὀντότητα τοῦ ῾ξένου᾽, τοῦ ῾ἄλλου᾽. Ἡ ἐνασχόληση τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν μὲ τὰ θέματα αὐτὰ ἀποδεικνύει ὅτι δὲν εἶναι πρωτόγνωρα οὔτε ἄγνωστα στὴν ἱστορία καὶ στὴ θεολογικὴ σκέψη, ἀλλὰ καὶ σήμερα ὁ θεολογικός τους λόγος δὲν ὑπολείπεται σὲ ἐπικαιρότητα. Ἀντίθετα, μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ ἀναστοχασθοῦμε τὶς καταστάσειςτοῦ σήμερα μὲ τρόπο ἀνθρώπινο, καὶ προπαντὸς συνεπὴ πρὸς τὴν πολιτισμικὴ καὶ ἐκκλησιαστική μας παράδοση. Ἐπειδή δέ ῾κεφάλαιον ἑορτῆς μνήμη Θεοῦ, Θεοῦ μνημονεύσωμεν᾽, γιὰ νὰ θυμηθοῦμε τὰ λόγια τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, μὲ τὸν ὁποῖο ἤδη ἀρχίσαμε τὸν ἑόρτιο λόγο. Ἄξια ὀνομασθεὶς Θεολόγος, ὁ Γρηγόριος ξεκινᾶ κάθε του σκέψη καὶ ἀνάλυση μὲ ἀναφορὰ στὸ Θεό, ὄχι ἁπλὰ ἀπὸ εὐσεβὴ διάθεση, ἀλλὰ γιατὶ γνωρίζει ὅτι σὲ αὐτόν, στὸ Θεό, ἀνήκει κάθε ἀρχὴ καὶ ἀπὸ αὐτὸν ἐκπορεύεται ἡ σωτηρία ὡς λύση καὶ θεραπεία ζωῆς. Ἐξηγώντας, λοιπόν, ὁ Γρηγόριος τὰ χρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ ἄλλου, ξενικᾶ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ θεότητα. Φέρνει ὡς παράδειγμα τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἀναφερόμενος στὸ Ἅγιο Πνεῦμα λέγει ῾ἄλλον ὑμῖν παράκλητον πέμψω᾽. Ὁ Γρηγόριος ἐξηγεῖ ὅτι ὁ ὅρος ἄλλος, προκειμένου περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σὲ σχέση μὲ τὸ Χριστό, σημαίνει τήν ῾ἰσοτιμία᾽ καὶ τήν ῾συνδεσποτεία᾽, καὶ ὄχι τήν ῾ἀτιμία᾽. Ἡ ἑτερότητα, λοιπόν, ἤδη μὲ τὴ φανέρωση τῶν προσωπικῶν σχέσεων τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ σώζει τὴν ἰσοτιμία καὶ δὲν εἰσάγει ποιοτικὴ διαβάθμιση: ῾τὸ γὰρ ἄλλος, ἄλλος ἐγώ καθίσταται᾽. Καὶ καταλήγει: ῾τὸ γὰρ ἄλλος οὐκ ἐπὶ τῶν ἀλλοτρίων, ἀλλ᾽ ἐπὶ τῶν ὁμοουσίων οἶδα λεγόμενον᾽. Ἀσφαλῶς ἐδῶ πρόκειται περὶ τῆς ὁμοουσιότητας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρὸς τὰ ἄλλα πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, δὲν παύει ὅμως ἡ θέσπιση τῆς ὁρολογίας αὐτῆς νὰ ἀποτελεῖ τὴ βάση καὶ τῆς ἀνθρωπολογίας στὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ καθίσταται σαφέστερο μὲ ἀναγωγὴ τῆς ἑρμηνείας στὸ γεγονὸς τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖ, ὁ ἴδιος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ἀποδίδει τὴ δημιουργικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ στήν ῾ἄκρα ἀγαθότητά᾽ του, στὴν ὁποία δὲν ἦταν ἀρκετό ῾τὸ κινεῖσθαι μόνον τῇ ἑαυτῆς θεωρίᾳ, ἀλλ᾽ ἔδει χεθῆναι τὸ ἀγαθὸν καὶ ὁδεῦσαι, ὡς πλείονα εἶναι τὰ εὐεργετούμενα᾽. Ἡ ἀγαθότητα, δηλαδή, τοῦ Θεοῦ ἐμφαίνεται στὴν παροχή της στὰ πλάσματά του, τὰ εὐεργετούμενα. Ἐν προκειμένω μάλιστα αὐτὰ τά ῾ἄλλα᾽ εἶναι παντελῶς διάφορα, ὅσο διάφορο μπορεῖ νὰ εἶναι τὸ δημιούργημα ἀπὸ τὸ δημιουργό του. Παρὰ ταῦτα, ἡ ἀγαθότητα τοῦ δημιουργοῦ ὑποστασιάζεται, ἐκφράζεται διὰ τῆς συμμετοχῆς τοῦ δημιουργήματος. Ὁ ἄνθρωπος, ὡς δημιούργημα, θεωρεῖται ἡ πρώτη γεφύρωση δύο ἐντελῶς διαφορετικῶν κόσμων: τοῦ οὐράνιου καὶ τοῦ ἐπίγειου. Ἔχει σῶμα ὑλικό, ἀλλὰ καὶ πνοὴ θεία. Ἔχει ψυχὴ νοερὰ καὶ σῶμα ὑλικό: ῾προσκυνητὴς μικτός᾽ ὀνομάζεται καί ῾ἐπίγειος καὶ οὐράνιος᾽, ῾πρόσκαιρος καὶ ἀθάνατος, ὁρατὸς καὶ νοούμενος, μέσος μεγέθους καὶ ταπεινότητος, ὁ αὐτὸς πνεῦμα καὶ σάρκα᾽. Μεταξύ τους, ἐξάλλου, οἱ ἄνθρωποι πέραν τοῦ κοινοῦ δημιουργοῦ, ἔχουν κοινὴ τὴ δημιουργία ῾ἐκ τοῦ αὐτοῦ πηλοῦ τε καὶ κράματος᾽, μηδεμιᾶς ὑπεισερχομένης ἀξιακῆς ἢ ἄλλου εἴδους ποιοτικῆς διαβάθμισης ἢ διαφοροποίησης. Ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀποτελεῖ τὸ ἀποκορύφωματῆς συνάντησης δύο ἐντελῶς ῾ἄλλων᾽: τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ δὲν εἶναι ἁπλὰ μία ῾συνάντηση᾽, ἀλλὰ ἕνωση. Ἕνωση ἄρρηκτη, ἀσύγχυτη, ἄτρεπτη, κατὰ τὴν ὁποία τὸ θεῖο δὲν ἀπορροφᾶ οὔτε ἐξαφανίζει τὸ ἀνθρώπινο, ἀλλὰ τό ῾σέβεται᾽, ἄν ἐπιτρέπεται ἡ ἔκφραση, τὸ ἐξαγιάζει, τὸ ἀφθαρτοποιεῖ, τὸ αἰωνίζει, τὸ θεώνει. ῾Νόμοι φύσεως καταλύονται᾽, συμπεραίνει ὁ Γρηγόριος. Σύγχρονος θεολόγος ἱεράρχης, μεταφέροντας τὴ σημερινὴ προβληματικὴ στὸ γεγονὸς αὐτὸ τῆς σάρκωσης τοῦ Λόγου, χαρακτήρισε πολὺ πετυχημένα τὸ Χριστὸ ὡς ῾μετανάστη ἀπὸ τὸν οὐρανό᾽, διότι καὶ αὐτός, ὅπως οἱ σημερινοί μετανάστες, ἔρχεται μὲ τὴ γέννησή του ῾... νὰ ταράξει τὴν τάξη πραγμάτων... τῆς πλαστῆς καὶ ἐπισφαλοῦς ἀσφάλειάς μας. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ οὐκ ἦν τόπος ἐν τῷ καταλύματι, ὅταν γεννήθηκε᾽ Εἰσαγόμαστε, ὅπως γίνεται φανερό, σὲ μία σύγχρονη πραγματικότητα, στὸ πρόσωπο τοῦ πρόσφυγα. Γιὰ νὰ ἀποκωδικοποιήσουμε τὸ πνεῦμα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὅσον ἀφορᾶ τοὺς πρόσφυγες, τίθεται αὐτονόητα τὸ θέμα πῶς ὁρίζει ὁ Γρηγόριος τὴν πατρίδα γιὰ τὸν χριστιανό: "πᾶσι μία τοῖς ὑψηλοῖς πατρίς, ἡ ἄνω Ἱερουσαλήμ, πᾶσι γένος ἕν... αἱ κάτω πατρίδες αὗται καὶ τὰ γένη ταῦτα τῆς προσκαίρου ζωῆς καὶ σκηνῆς ἡμῶν γέγονε παίγνια∙ πατρίς τε γάρ, ἣν προκατέλαβεν ἕκαστος, ἢ τυραννήσας ἢ δυστυχήσας, ἧς πάντες ὁμοίως ξένοι καὶ πάροικοι". Ὅλοι ξένοι καὶ ὅλοι πάροικοι εἴμαστε στὶς πατρίδες αὐτές. Τὴν ἴδια σκέψη τὴν συνεχίζει ὁ Χρυσόστομος, ἀσκώντας κριτικὴ σὲ ὅσους διαμαρτύρονται γιὰ τοὺς πολλοὺς πρόσφυγες ποὺ προσέτρεχαν στὴν Κωνσταντινούπολη: ῾Κάποιοι τοὺς χαρακτηρίζουν, λέει ὁ ἅγιος, δραπέτες καὶ ξένους καὶ ἄξιους τιμωρίας, οἱ ὁποῖοι συρρέουν τὴν πόλη μας. Μὰ γι᾽ αὐτὸ ἀγανακτεῖς, ρωτάει ὁ Χρυσόστομος, ἐπειδὴ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ θεωροῦν τὴν πόλη μας κοινὸ λιμάνι σωτηρίας καὶ μᾶς προτιμοῦν ἀντὶ γιὰ ἄλλους; Μὰ θὰ ἔπρεπε νὰ χαίρεσαι καὶ νὰ ἀγάλλεσαι, γιατὶ καταφεύγουν ὅλοι αὐτοὶ στὰ χέρια μας καὶ θεωροῦν τὴν πόλη αὐτὴ ὡς κοινὴ μητέρα᾽. Καὶ καταλήγει: ῾Ποιᾶς συγγνώμης θὰ εἴμαστε ἄξιοι καὶ ποιᾶς ἀπολογίας... ὅταν ἀπελαύνουμε αὐτοὺς ποὺ καταφεύγουν σὲ μᾶς καὶ τοὺς ζητᾶμε εὐθύνες, ἐνῷ ξέρουμε ὅτι εἴμαστε ἐμεῖς ὑπεύθυνοι γιὰ μύρια κακά;᾽. Συναφὴς εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν Τριῶν Πατέρων περὶ τοῦ ξένου καὶ τῆς φιλοξενίας. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἐπικαλεῖται τὸ παράδειγμα τῶν ἀποδημητικῶν πουλιῶν, καθώς τὰ διάφορα εἴδη διευκολύνουν τὸ ἕνα τὸ ἄλλο παραχωρώντας τὶς φωλιές τους. Καὶ διερωτᾶται: ῾Ποιὸς δίδαξε σὲ αὐτὰ τοὺς νόμους τῆς φιλοξενίας; ... καὶ συμπληρώνει ῾ἂς τὰ ἀκοῦν αὐτὰ οἱ κακόξενοι (ἐννοεῖ τὸ ἀντίθετο τῶν φιλόξενων), καὶ αὐτοὶ ποὺ κλείνουν τὶς πόρτες τους καὶ οὔτε στέγη δὲν παρέχουν σὲ αὐτοὺς ταξιδεύουν μέσα στὴ νύχτα καὶ τὸν χειμῶνα᾽. Κεντρικὴ θέση στὴν περὶ ξένων καὶ φιλοξενίας κηρυγματικὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν κατέχει ἡ περιγραφὴ ποὺ ἔκανε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως: Τότε θὰ διαχωριστοῦν οἱ ἄνθρωποι σύμφωνα μὲ τὶς πράξεις τους: ῾ἐπείνασα γὰρ καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με, γυμνὸς καὶ περιεβάλετε, ξένος καὶ συνηγάγετε᾽. Καὶ ὅταν οἱ ἄνθρωποι διερωτηθοῦν ῾πότε σὲ εἴδομεν᾽διψῶντα ἢ πεινῶντα κλπ., ὁ Χριστὸς τοὺς ἀπαντᾶ: ῾ἐφόσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε᾽.Ταυτίζει, δηλαδή, ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς τὸν ἑαυτό του μὲ τὸν ξένο καὶ ἐμπερίστατο ἄνθρωπο.Καὶ ὄχι μόνο τὸν ταυτίζει, ἀλλὰ καὶ θέτει ὡς κριτήριο γιὰ τὸν παράδεισο τὴ στάση μας πρὸς αὐτόν, διότι τὸ παίρνει προσωπικά, ταυτίζεται μὲ αὐτόν. Ἑπομένως, συμβουλεύει ὁ Χρυσόστομος: ῾ἐὰν δὲν ἔχεις σκοπὸ νὰ δεχθεῖς τὸν ξένο ὡς Χριστό, μὴ τὸν δέχεσαι καθόλου. Ἐὰν ὅμως τὸν δεχθεῖς ὡς τὸν Χριστό, τότε νὰ μὴ ντραπεῖς νὰ νίψεις καὶ τοὺς πόδες του᾽. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἀποτελεῖ καὶ παράδειγμα πρὸς τοῦτο, διότι ὁ ἴδιος, προκειμένου νὰ θρέψει τὸν ἄνθρωπο, δὲν φείδεται οὔτε τὴν ἴδια του τὴ σάρκα οὔτε τὸ ἴδιο του τὸ αἷμα. Ἆρα, οὔτε ὁ ἄνθρωπος δικαιοῦται νὰ στερεῖ τοὺς συνανθρώπους του τὸν ἄρτο καὶ τὸ ποτήριο τῆς καθημερινότητάς του. Ἡ Χριστοκεντρικότητα ὡς κριτήριο γιὰ τὴν στάση πρὸς τὸν πλησίον, τὸν ἄλλο καὶ τὸν ξένο, ἔχει βάση καὶ στὴν περὶ βαπτίσματος πράξη, ὅπως ὑπενθυμίζει ὁ Γρηγόριος: ῾Μὴν ἀπαξιώνεις νὰ συμβαπτισθεῖς μαζὶ μὲ κάποιον φτωχὸ ἐσὺ ὁ πλούσιος, προτρέπει, οὔτε ἐσὺ ὁ εὐπατρίδης μὲ τὸν ἄσημο, οὔτε ὁ δεσπότης μὲ τὸ δοῦλο. Θὰ πρέπει νὰ ταπεινοφρονήσεις σήμερα τόσο ὅσο ὁ Χριστός, στοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα βαπτίζεσαι καὶ ὁ ὁποῖος γιὰ χάρη σου ἔλαβε δούλου μορφή. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ μεταστρέφεσαι, ποὺ βαπτίζεσαι δηλαδή, παραμερίζουν ὅλοι οἱ παλαιοὶ χαρακτῆρες καὶ ὅλοι μας φέρουμε ἐπάνω μας τὴν μία καὶ ἑνιαία μορφὴ τοῦ Χριστοῦ᾽. Κατὰ συνέπεια, τὰ ἐξωτερικὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ξένου, τοῦ ἄλλου, δὲν μποροῦν νὰ ἐπηρεάζουν τὴ συμπεριφορά πρὸς αὐτόν. ῾εἰ γὰρ ἀνδροφόνος, εἰ γὰρ καὶ λῃστής... ἄρτου καὶ ἀργυρίων ὀλίγων οὐ δοκεῖ σοι ἄξιος εἶναι;᾽ διερωτᾶται ὁ Χρυσόστομος. Οὔτε ἐπιτρέπεται νὰ κρίνουμε τὸ συνάνθρωπο, ποὺ ὑποφέρει, ὡς ῾πονηρὸ καὶ φαῦλο᾽, μία ἄκρως ἀντιδικανικὴ θεώρηση. Ἐὰν ῾περιεργαζόμαστε καὶ πολυπραγμονοῦμε᾽ τὸν ἀναξιοπαθοῦντα, τότε χαρακτηριζόμαστε ἀπό ῾ἔσχατη ἀπειροκαλία᾽, ἀπό ῾ὠμότητα᾽, ῾ἀπανθρωπία᾽ καί ῾μεγίστη ἀλαζονεία᾽. Διότι ἀκόμη καὶ ὁ χειρότερος ῾ἔχει τὸ δικαίωμα τῆς βοηθείας᾽ ἀφοῦ: α) καὶ ἂν εἶναι ἕλληνας καὶ ἂν εἶναι ἰουδαῖος, ῾τοῦ Θεοῦ ἐστι᾽, β) ῾ὅμοιός σοι ἐλεύθερός ἐστι, καὶ τῆς αὐτῆς κοινωνίας, καὶ τὰ πάντα σοι κοινὰ κέκτηται᾽, γ) ῾διὰ γὰρ τὸν Χριστὸν δέχῃ᾽, καί δ) ῾ἄνθρωπός ἐστι, τῆς αὐτῆς σοι μετέχων φύσεως᾽, ε) ῾ἐν τῷ αὐτῷ κόσμῳ γενόμενος᾽. Καὶ ὁ Γρηγόριος προσθέτει ἕνα ἀκόμη κριτήριο: Εἶναι ῾ὁμόδουλος᾽τοῦ ἰδίου Δεσπότη. Ὑπόδειγμα φιλοξενίας γιὰ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες ἀποτελεῖ ἡ φιλοξενία τοῦ Ἀβραὰμ ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅπου ὁ προπάτωρ καταξιώθηκε νὰ δεχθεῖ τὴν ἐπίσκεψη τῶν τριῶν ἀγγέλων, τὴν ἀπεικόνιση τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Λόγου του Θεοῦ. Στὴ φιλοξενία αὐτὴ κάνει ἀναφορὰ καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος προτρέποντας ῾τῆς φιλοξενίας μὴ ἐπιλανθάνεσθε∙ διὰ ταύτης γὰρ ἔλαθόν τινες ξενίσαντες ἀγγέλους᾽, τὸ ὁποῖο ὁ Χρυσόστομος ἑρμηνεύει λέγοντας ὅτι ῾καὶ ξενίζειν μέλλοντες μηδέποτε περιεργαζώμεθα, τίς, καὶ πόθεν᾽. Στὴν Καινὴ Διαθήκη κεντρικὴ θέση ἔχει ἡ παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη, ἡ ὁποία ἐλέχθη ἀπὸ τὸ Χριστὸ ὡς ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα ῾καὶ τίς ἐστί μου πλησίον;᾽. Μέσα ἀπὸ τὴ γνωστὴ διήγηση, ὁ Χριστὸς εἰσάγει νέα δεδομένα στὶς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων καὶ νέα κριτήρια γιὰ τὴν διάκριση μεταξύ τους. Αὐτὸς ποὺ ἐθεωρεῖτο ῾ἀλλόφυλος, ῾ἄπιστος᾽, ῾νόμον οὐκ εἰδώς᾽, κατόρθωσε ὅσα δὲν ἔκαναν οἱ ῾νομομαθεῖς᾽. Διότι οἱ τελευταῖοι εἶδαν στόν ῾ἕτερο᾽῾τὴν οἰκείαν κινδυνεύουσαν φύσιν᾽, ἔκλεισαν τὰ σπλάχνα τῆς συμπαθείας, ἔκλεισαν τὰ μάτια τους καὶ πέρασαν κυριολεκτικὰ πάνω ἀπὸ τὸν πληγωμένο σὰν ἀπὸ ῾στήλην νεκράν᾽. Ὁ Σαμαρείτης φάνηκε πιστότερος τῶν ἱερέων. Ξέχασε τὶς προσωπικές του ὑποθέσειςκαὶ περιποιήθηκε τὸν ξένο καὶ ἀνταποκρίθηκε οὐσιαστικὰ σὲ ὅλες τὶς διατάξεις τοῦ῾νόμου᾽, ῾πάντα πεποιηκώς᾽, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω τὸ λεξιλόγιο τοῦ Χρυσοστόμου. Ὁ ἴδιος Ἱεράρχης προτρέπει νὰ γινόμαστε πρὸς τὸν πλησίον μας αὐτὸ ἀκριβῶς ποὺ θὰ θέλαμε ἐκεῖνοι νὰ γίνουν γιὰ χάρη μας. Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ κάνει τὸ μεγάλο βῆμα:῾Ὥσπερ γὰρ ψυχὴ ἄνευ σώματος οὐ καλεῖται ἄνθρωπος, οὐδ᾽ αὖ σῶμα ἄνευ ψυχῆς, οὕτως οὐδὲ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεόν, ἐὰν μὴ ἔχῃ ἀκόλουθον καὶ τὴν πρὸς τὸν πλησίον ἀγάπην᾽, τῆς ἀγάπης ποὺ κάνει τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία του τόσο διαφορετικὸ ἀπὸ ὁ,τιδήποτε ἄλλο στὸν κόσμο. ῾Θὰ μποροῦσε, λέει ὁ Χρυσόστομος, ὁ Θεὸς νὰ θρέψει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Γιὰ νὰ μᾶς δέσει ὅλους ὅμως μὲ τὴν ἀγάπη, καὶ γιὰ νὰ διατηροῦμε τὴν θέρμη τῆς σχέσης μεταξύ μας, ζήτησε ἀπὸ ἐμᾶς νὰ τρέφουμε τοὺς φτωχούς᾽. Εἶναι κακὸ νὰ μὴν ἔχουμε ἀνάγκη τοῦ ἄλλου, διότι αὐτὸ εἶναι ἔργο τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν δὲν χρειαζόμασταν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, τότε οὔτε ἡ ἀνάγκη θὰ μᾶς ἔφερνε τὸν ἕναν κοντὰ στὸν ἄλλο. Ἀν εἴμασταν αὐτάρκεις, δὲν θὰ εἴμασταν θηρία ἀτίθασα; Αὐτὸς ποὺ ζεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του μόνο καὶ περιφρονεῖ τοὺς ἄλλους, εἶναι περιττὸς καὶ οὔτε ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ, οὔτε τῆς δικῆς μας ράτσας. Παράδοξα λόγια Ἱεράρχου σὲ μιὰ ἐποχὴ προβολῆς καὶ ἐπιδίωξης τῆς ἀπόλυτης αὐτάρκειας τοῦ ἀτόμου. ῾Ὅταν πρόκειται περὶ χρημάτων, ἐπαινοῦμε ὅσους δὲν χρωστοῦν σὲ κανέναν. Ὅταν ὅμως πρόκειται περὶ τῆς ἀγάπης, τότε θαυμάζουμε καὶ ἀποδεχόμαστε αὐτοὺς ποὺ εἶναι διηνεκεῖς ὀφειλέτες. Ποιὸ εἶναι ὅμως τὸ μέτρο καὶ τὸ σημεῖο ἀναφορᾶς τῆς ἀγάπης κατὰ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες; Συμφωνοῦν ὅλοι ὅτι εἶναι ἡ ἀπάντηση ἔχει δοθεῖ ἀπὸ τὸ Χριστό: ῾Πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή∙ Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου. Δευτέρα δέ, ὁμοία αὐτῇ∙ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν᾽. Καὶ ἐνῶ ὁ Χρυσόστομος παρατηρεῖ ὅτι ὁ Χριστὸς ἐξομοιώνει καὶ ἐξισώνει τὶ δύο ἐντολές, ὁ Μέγας Βασίλειος ἐξαίρει τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἐντολὴ αὐτὴ εἶναι ῾καινή᾽, σημειώνοντας τὸ ἀμφίδρομο τῆς ἀγάπης αὐτῆς: ῾διὰ τῆς πρώτης ἔστι κατορθῶσαι καὶ τὴν δευτέραν, διὰ δὲ τῆς δευτέρας ἐπανελθεῖν αὖθις εἰς τὴν πρώτην. Καὶ ἀγαπῶντα μὲν τὸν Κύριον, ἀγαπᾷν ἀκολούθως καὶ τὸν πλησίον... ἀγαπῶντα δὲ πάλιν τὸν πλησίον, τὴν εἰς τὸν Θεὸν ἀγάπην ἀποπληροῦν...᾽. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἰσχυρή, ὑπενθυμίζει ὁ Χρυσόστομος, κατορθώνει ὅσα δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιτύχει ἡ φύση. Ἀσφαλῶς ὁ ἴδιος Ἱεράρχης δὲν αἰθεροβατεῖ καὶ γνωρίζει ὅτι ἡ πραγματικότητα δὲν ἀνταποκρίνεται στὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου. Τὴν ἔλλειψη ἀγάπης τὴν χαρακτηρίζει ὡς νόσο, ὡς ῾κατάψυξη τῆς ἀγάπης᾽. Τὴν ἀποδίδει στὸ λανθασμένο κριτήριο τῆς ἀνταπόδοσης τῆς ἀγάπης, τῆς ἀμοιβαιότητάς της. Θεωρεῖ ῾ψυχρὸν ρῆμα᾽ τὸ ρῆμα του Μωσαϊκοῦ νόμου ῾ἐὰν φιλῇ με, φιλῶ᾽. ᾽Αντιθέτως, πιστεύει ὅτι, ὅταν δὲν ὑπάρχει ἀνταπόκριση στὴν ἀγάπη, τότε πρέπει νὰ ἐπιδεικνύεται μεγαλύτερη ἀγάπη: ῾τὸ γὰρ σφόδρα φιλεῖσθαι ἐθέλειν, ἀπὸ τοῦ σφόδρα φιλεῖν γίνεται᾽. Ἡ ἀγάπη προκαλεῖ τὴν ἀγάπη, ἡ ἀγάπη γεννᾶ τὴν ἀγάπη, ἡ ἀγάπη δημιουργεῖ τὴν ἀγάπη. Πόσο μᾶλλον, ποὺ στὴ νέα πραγματικότητα τοῦ Χριστοῦ, στὴν Ἐκκλησία, ἡ σχέση τῶν ἀνθρώπων δὲν ὁρίζεται ἀπὸ τὸ μίσος, ἀλλ᾽ ἀπὸ τὴν ἀγάπη. Διερωτᾶται, ὅμως, ὁ Χρυσόστομος:῾Καὶ ἂν ὑπάρχουν ἐχθροί, δὲν πρέπει νὰ τοὺς μισοῦμε;᾽ Καὶ ἀπαντάει ἀμέσως: ῾Νὰ μισοῦμε, ἀλλ᾽ ὄχι ἐκείνους. Τὴ διδασκαλία τους. Ὄχι τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὶς πονηρὲς πράξεις τους, τὴν λανθασμένη ἄποψη. Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ... Ἂν ἀρχίσουμε, συμπεραίνει, νὰ μισοῦμε τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Θεοῦ, τότε θὰ μισήσουμε ὄχι μόνο τοῦς ἀσεβεῖς, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς (ὅλους τοὺς ἀνθρώπους δηλαδή), καὶ ἔτσι θὰ γίνουμε χειρότεροι ἀπὸ τὰ θηρία, ἀποστρεφόμενοι τοὺς πάντες καὶ γεμάτοι ὑπερηφάνεια σὰν τὸν Φαρισαῖο᾽. Οἱ τρεῖς Ἱεράρχες, λοιπόν, ἀπὸ πολὺ νωρὶς εἶδαν τὸν κίνδυνο τῆς διακριτικῆς καὶ ἐπιλεκτικῆς ἀγάπης μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Ἦταν γι᾽ αὐτοὺς σαφὲς ὅτι ἡ διάκριση τῶν ἀνθρώπων σὲ κατηγορίες ῾ἀποδεκτῶν᾽ καί ῾μὴ ἀποδεκτῶν᾽, ἡμετέρων καὶ ἀλλοτρίων, θὰ ὁδηγήσει τὴν ἀνθρωπότητα σὲ θηριωδίες, σημερινοῦ εἴδους φασιστικοῦ, ναζιστικοῦ καὶ παντὸς εἴδους ὁλοκληρωτικοῦ τύπου. Ἡ ἑτερότητα, ὅταν ἀρχίζει νὰ ῾ἐνοχοποιεῖται᾽ ἐκκλησιαστικά, ἐκκινεῖ μία διαδικασία, ἡ ὁποία δὲν τερματίζεται ποτέ, ἕως ὅτου ἀναλώσει πλήρως τὴν ἀνθρωπότητα καὶ τὴν κοινωνία. Ὁ῾ἄλλος᾽ ποὺ σήμερα θὰ ἐννοεῖ μία κατηγορία ἀνθρώπων, αὔριο θὰ ἐννοεῖ καὶ κάποια ἄλλη καὶ σίγουρα κάποια μέρα θὰ κρούσει καὶ τὴ δική μας θύρα. ῾Κόρος λόγου πολέμιος ἀκοαῖς᾽, προειδοποιεῖ ὁ Γρηγόριος. Ἡ Θεολογία, ὡς διάκονος τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς κοινωνίας, ὀφείλει νὰ ἀρθρώσει τὸ λόγο της σὲ μία ἐποχὴ ποὺ ὑπάρχει τάση θρησκευτικῆς καλύψεως καὶ δικαιώσεως συμπεριφορῶν καὶ θεωριῶν, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀντίθετες ὄχι μόνο στὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ καὶ πατερικὴ παράδοση, ἀλλὰ καὶ στὸν ἴδιο τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ στὸ Εὐαγγέλιό του. Τὶς καινοφωνίες αὐτὲς στὴν Ἐκκλησία, ὁ Γρηγόριος τὶς ἀποδίδει σὲ ῾θερμότητα χωρὶς λόγου, ἐπιστήμης ἄσχετον καὶ πίστεως πλοῦν ἀκυβέρνητον...᾽. Ὅταν ὑπάρχει ἀμάθεια, συνεχίζει ὁ ἴδιος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ῾ἔκγονο αὐτῆς κακό᾽ εἶναι τὸ θράσος: ῾ἐπιλειπούσης γὰρ ἐπιστήμης καὶ λόγου, τὸ ἴσον εἰς κακίαν εὑρίσκονται... καὶ τοῦτό ἐστιν, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, ὃ διέσπασε μέλη᾽ στὴν Ἐκκλησία. Ἐπιτρέψτε μου, λοιπόν, ἐρχόμενος ἀπὸ τὸ Φανάρι νὰ θυμηθῶ ὅτι οἱ δύο ἐκ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν διετέλεσαν Ἀρχιεπίσκοποι Κωνσταντινουπόλεως, ἐνῶ τὰ ἱερὰ λείψανα καὶ τῶν τριῶν εἶναι ἀποθησαυρισμένα στὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, κατὰ ταῦτα, καὶ σύμφωνα μὲ ὅσα ἐξετέθησαν πιὸ πάνω, βαδίζει πιστὰ στὰ ἴχνη τῆς πατερικῆς παράδοσης καὶ στὸ θέμα τῆς ἀντιμετώπισηςτοῦ ῾ἄλλου᾽, τοῦ διαφορετικοῦ, τοῦ ἑτέρου. Ὁποιαδήποτε καινοδιδασκαλία ποὺ εἰσάγει διαιρέσεις καὶ διακρίσεις ἐντὸς τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας τὴν καταδίκασε καὶ τὴν καταδικάζει σὲ κάθε εὐκαιρία μὲ σαφὴ καὶ ἐπίσημο τρόπο. Ἀρκεῖ νὰ θυμηθοῦμε: α) τὸν Πατριάρχη Μητροφάνη Γ᾽(1565-1572, 1579-1580), ὁ ὁποῖος μὲ μιὰ αὐστηρὴ ἐγκύκλιο τὸ 1568 καταδίκασε καὶ ἀπείλησε ἀκόμη καὶ μὲ ἀφορισμὸ κάθε Ὀρθόδοξο ποὺ θὰ ἐπιδείκνυε ἄδικη συμπεριφορὰ σὲ ὁποιονδήποτε, λόγῳ τοῦ θρησκεύματός του [2]. καί β) τὴν καταδίκη τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ τὸ ἔτος 1872 ἀπὸ τὴ Μεγάλη Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως [3]. Στὴ σύνοδο αὐτὴ ἐν μέσω δημιουργίας τῶν ἐθνικῶν κρατῶν στὴν Εὐρώπη ὁ ἐθνοφυλετισμὸς περιγράφεται ὡς ῾φυλετικὴ διάκριση᾽, ῾ἐθνικὴ ἔρις καὶ ζῆλος καὶ διχοστασία᾽ καταδικαστέα, ὡς ἀντικεμένη ῾τῇ διδασκαλίᾳ τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ τοῖς ἱεροῖς κανόσι᾽. Ὁ ἄλλος δὲν εἶναι ἀπειλή, εἶναι πρόκληση καὶ πρόσκληση γιὰ ἀγάπη, αὐτοσυνειδησία, ἐπαναπροσδιορισμό, κοινωνία καὶ ἐπικοινωνία. Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος εἶπε ὅτι Τὸ γάρ 'ἄλλος', 'ἄλλος ἐγώ' καθίσταται. Ὁ σημερινὸς διάδοχός του, εἶπε κάτι ἀντίστοιχο: "Γιὰ νὰ εἶμαι ὁ ἑαυτός μου, σὲ χρειάζομαι. Ἂν δὲν κοιταζόμαστε στὰ μάτια, δὲν εἴμαστε ἀληθινοὶ ἄνθρωποι" [4]. Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος. Εὐχαριστῶ γιὰ τὴν προσοχή σας. _______________________________________________________ [1] Γρηγορίουτοῦ Θεολόγου, Λόγος 41, 12, PG 36, 445. [2] ΒαρθολομαίουἈρχοντώνη, Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη, "Συνάντηση μὲ τὸ μυστήριο. Μιὰ σύγχρονηἀνάγνωση τῆς Ὀρθοδοξίας", Ἀθήνα, σ. 246. [3] "Ἀποκηρύττομενκατακρίνοντες καὶ καταδικάζοντες τὸν φυλετισμόν, τουτέστι τὰς φυλετικὰςδιακρίσεις καὶ ἐθνικὰς ἔρεις καὶ ζήλους καὶ διχοστασίας ἐν τῇ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳὡς ἀντικείμενον τῇ διδασκαλίᾳ τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ τοῖς ἱεροῖς κανόσι τῶνμακαρίων Πατέρων ἡμῶν": Ὅρος τῆς Συνόδου τοῦ 1872, "Πρακτικὰ τῆς Ἁγίαςκαὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει, ἐν τῷ Πατριαρχικῷ Ναῷ τοῦ Ἁγίου ἐνδόξουΜεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου περὶ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ΒουλγαρικοῦΖητήματος συγκροτηθείσης ἐν ἔτει σωτηρίῳ ᾳωοβ', κατὰ μῆνα Αὔγουστον καὶΣεπτέμβριον", Κωνσταντινούπολις, σ. 91. [4] "To be myself, I need you. If we do not look one another in theeye, we are not truly human" . Olivier Clement, Conversations withEcumenical Patriarch Bartholomew I, St. Vladimir's Seminary Press, New York1997, σ. 68. ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ ΕΔΩ |
© 2009 Πνευματικά δικαιώματα ΔΗΜΟΣ ΣΥΚΕΩΝ - Υλοποίηση ΓΝΩΜΩΝ Πληροφορικής Α.Ε., Uni Systems Α.Ε. | Όροι Χρήσης - Οδηγίες λειτουργίας e-Υπηρεσιών |
Το έργο συγχρηματοδοτείται σε ποσοστό 80% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) |